Η Τζουντίθ, γαλλίδα δημοσιογράφος, συναντά τον Σαλβαντόρ Νταλί αρκετές φορές, σχετικά με μια πιθανή συνέντευξη, την οποία ο ιδιόρρυθμος καλλιτέχνης πεισματικά αρνείται. Η δημοσιογράφος επιμένει να τον ενοχλεί για ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τον ζωγράφο, το οποίο όμως αποδεικνύεται δύσκολο να γυριστεί, ιδίως όταν ο Νταλί, οδηγώντας τη Rolls-Royce του στην παραλία, αχρηστεύει τη κάμερα πριν την έναρξη των γυρισμάτων…
Θα γυριστεί ποτέ αυτή η ταινία;
Μία εξωφρενική «βιογραφία» του Νταλί, απρόσμενη και εκκεντρική όπως ο κορυφαίος ισπανός ζωγράφος Σαλβαντόρ Νταλί, τον οποίο ενσαρκώνουν 5 ηθοποιοί σε διαφορετικές ηλικίες -αλλά όχι απαραίτητα και σε διαφορετικές εποχές!
Παράλογη από το πρώτο μέχρι το τελευταίο της λεπτό, η ταινία του Ντουπιέ, καταστρατηγεί σκόπιμα τη γραμμικότητα και την αληθοφάνεια της αφήγησης, «διογκώνει» τον larger than lifeήρωά της (όπως εξάλλου ήταν στην πραγματικότητα ο εγωπαθής Νταλί) και «χτίζει» έναν κωμικό ρυθμό που συμπαρασύρει τον θεατή, ιδιαίτερα μέσα από τις ερμηνείες των πέντε ηθοποιών που ενσαρκώνουν τον σπουδαίο υπερρεαλιστή ζωγράφο με το υπερτροφικό «εγώ».
Χωρίς ίχνος πολιτικής ορθότητας, ο Νταλί εμφανίζεται σε μια σειρά από αδιανόητα περιστατικά μέσα από τα οποία το όνειρο και η φαντασία μπλέκονται με την πραγματικότητα σε ένα αξεδιάλυτο σύνολο, του οποίου τα όρια είναι εντελώς ρευστά. Στο πλαίσιο αυτό, η ηλικία του καλλιτέχνη αλλάζει ακόμα και στην ίδια σκηνή, ενώ ο Νταλί πυροβολεί …ανθρώπους και ζώα, γαϊδούρια περπατούν ανάποδα και πιάνα ουρούν, υπό τους ήχους μιας επαναλαμβανόμενης, υπνωτιστικής μελωδίας!
Ένα μοναδικό σχόλιο στη σόου μπιζ, την κινηματογραφική βιομηχανία, τις δημοπρασίες έργων τέχνης και βέβαια στον ανεπανάληπτο, μεγαλομανή Σαλβαντόρ Νταλί.
Μία ξεκαρδιστική, αταξινόμητη, κινηματογραφική φάρσα που κάποιοι θα λατρέψουν και κάποιοι θα μισήσουν, αλλά όλοι πρέπει να δουν!
Από τον μοναδικό Κουεντίν Ντουπιέ (Απίστευτο κι όμως αληθινό) ο οποίος, στη πιο ιδιαίτερη ταινία της καριέρας του, επιβεβαιώνει για μία ακόμα φορά την αντισυμβατική ματιά και το απαράμιλλο κινηματογραφικό στιλ του.
Όπως σημειώνει ο σκηνοθέτης:
«Για να γράψω το σενάριο και να σκηνοθετήσω αυτόν τον φόρο τιμής στο Νταλί, συντονίστηκα με την συμπαντική συνείδηση του Σαλβαδόρ Νταλί, αφήνοντας τον εαυτό μου να οδηγηθεί από αυτήν με κλειστά τα μάτια. Αρχικά, ο Διδάσκαλος με διέταξε να συγκεντρώσω αρκετούς λαμπρούς ηθοποιούς που θα υποδύονταν τον ίδιο, καθώς θα ήταν πολύ περίπλοκο για έναν μόνο άνθρωπο να παίξει τον Νταλί! Κατόπιν επισκεφθήκαμε μαζί τον Μπουνιουέλ για να του κλέψουμε κάμποσες εικόνες και ιδέες, και μετά με καταβύθισε διά της βίας στην άβυσσο της νοσηρής αγωνίας και των ονείρων του για να με καθοδηγήσει. Τελικά, μόλις που κατάφερα να ανακτήσω τον έλεγχο της ταινίας μου, μόνο και μόνο για να εκφράσω μ’ αυτήν την αγάπη μου σ’ αυτόν τον άνθρωπο. Όπως ο ίδιος ο Νταλί είχε δηλώσει, η προσωπικότητά του ήταν πιθανώς το σπουδαιότερο επίτευγμά του. Η ταινία μου αφηγείται ταπεινά αυτή την ιστορία…»